segunda-feira

.

851124

Εκείνο το πρωί πονούσε ο λαιμός μου και δεν μπορούσα να καταπιώ. Πήγα στο φαρμακείο και η κυρία μου έδωσε καραμέλες που τις βάζεις κάτω από τη γλώσσα, εγώ όμως δεν θυμόμουν πού έχουμε τη γλώσσα μας οι άνθρωποι γιατί εκείνον τον καιρό τα μέλη μου είχαν αλλάξει θέση από τον έρωτα. Από τις εννιά μαγείρευα μελιτζάνες με σκόρδο και κρέας το πιο αγαπημένο μου που τρώγεται με τα χέρια και μισό κιλό φέτα και εννιακόσιεςτριανταχίλιες φέτες ψωμί. Μύριζε όλο το Ίλιον μελιτζάνες κι ο Satie έπαιζε στο ριπιτ. Όταν τελείωσα το μαγείρεμα μου είπε πως αυτή τη μυρωδιά είχε στο μυαλό του όταν συνέθετε την τρίτη γυμνοπαιδία αλλά δεν ήξερε πώς να την ονομάσει. Του είπα πως λέγεται μελιτζάνες με σκόρδο και κρέας και μου είπε πως αν τον αφήσω να δοκιμάσει δεν θα μας αφήσει ποτέ ορφανούς απο πιάνο. Συμφωνήσαμε και μετά από λίγο μπήκες κι ήσουν όλος ένα ροκανίδι. Όλα αυτά έγιναν έναν Απρίλιο που λιωνόμασταν αλεπάλληλα και γω τότε αγαπούσα εκείνο το σπίτι που από κείνον τον Απρίλιο πηγαίνω κάθε μέρα και θα πηγαίνω για πάντα αλλά δεν θέλω να ξαναπεράσουμε ποτέ απο κει. Μερικές φορές με ξεγελάς και περνάς απο κάτω εκεί στο ντιβιντάδικο που τους έκλεψες εκείνη την ταινία που δεν είδαμε ποτέ και θέλω να σου φωνάξω πως ξέρω πού είμαστε κι ας μην το λέω. Το σιχαίνομαι εκείνο το σπίτι, το φαντάζομαι και μου ανεβαίνουν οι μελιτζάνες. Το φαντάζομαι κι εκεί μέσα είναι όλη η ευτυχία μου. Σε περιμένω να έρθεις να σου μαγειρέψω. Το να σου μαγειρεύω είναι ιερό σα να σε γλύφω, σα να σε χύνω, να σε υπηρετώ πιστά ολόπιστα, να προσέχω μη μου φύγει ούτε ένα υλικό που μπορεί να μη σ' αρέσει, ναι αυτό μπορεί να με τσακίσει. Είσαι ο ταπάντα και τα κύτταρά μου έχουν σκοπό να σε κάνουν ευτυχισμένο κάθε δευτερόλεπτο. Δε με νοιάζει για μένα. Εγώ έτσι κι αλλιώς και να μη φάω, έχω πάντα ένα χάπι να πάρω. Κάτι βάζω στο στόμα μου. Να αυτές τις μέρες πίνω καφέ με γεύση Norgesic και πριν λίγο καιρό είχε γεύση Ceclor η Duphaston ή Ζιρτέκ και πιο παλιά Ginofen τελοσπάντων μη σε νοιάζει υπάρχει μεγάλη ποικιλία για μένα. Έβαψα τα νύχια μου μάυρο εφηβικό. Είχα δεκαπέντε χρόνια να το κάνω και κάθομαι να τα χαζεύω και προσπαθώ να σκεφτώ αν μοιάζουν με χέρια δεκαεφτάχρονης, όχι δε μοιάζουν, τα καψίματα απο τις σιλικόνες και τις μελιτζάνες τα έχουν κάνει να φαίνονται πιο γερασμένα. Είμαστε πάλι μακρυά και αυτή τη φορά αυτό θα τελειώσει πια οριστικά . Έκαψα τα μάτια μου χτες στα ενοικιάζεται διαμέρισμα, τελικά έκλεισα ένα στην Αλφάμα, στη Rua Norberto Araùjo n. 13 χωρίς να το σκεφτώ. Δεν έχει θέρμανση sim aquecimento όπως είπε και η κυριούλα, όμως όλη μέρα το βλέπει ο ήλιος κι έτσι μέχρι το μεσημέρι έχει ζέστη. Το βράδυ έτσι κι αλλιώς θα ανάβουμε εκείνο το λαδιου που κάνει τσικ τσικ τσικ τσικ και μυρίζει σπίτι και λίγο άλτις, μην κοροϊδεύεις αλήθεια του λαδιού μυρίζουν ελαιόλαδο. Εεε θα βλέπουμε λίγο σκι και μετά θα με κοιμίζεις. Θα σηκώνεσαι πρώτος και θα πηγαίνεις μέχρι το Περιστέρι με το ελικόπτερό σου. Εγώ θα' ρχομαι με το carris μερικές στιγμές μετά, και θα πίνουμε καφέ και θα ακούμε τον Πετρίδη της Πορτογαλίας και μετά θα κοροϊδεύουμε την εκει Τζουλιέτα Καρόρη που θα τη λένε Julieta Estrela. Θα φορτώνουμε με καφεΐνη τους ανθρώπους και θα επιστρέφουμε στην Αλφάμαμας κουρασμένοι, θα ανοίγουμε το λαδιού τσικ τσικ τσικ το θορυβάκι, και θα μας παίρνει ο ύπνος κάτω από την πράσινη κουβέρτα την ώρα που θα σου λέω πως μ' αρέσει όταν μπαίνω σε τουαλέτες μαγαζιών, να κατουράω πολύ δυνατά. Ειδικά όταν καταλάβω πως κάποιος έχει έρθει και περιμένει να μπει, τότε βάζω όλη μου τη δύναμη και κατουράω όσο πιό δυνατά γίνεται. Σφίγγομαι σφίγγομαι κι ύστερα αφήνομαι και ακούγεται ένας μεγάλος θόρυβος και ξέρω πως αυτός ο ήχος είναί τόσο οικείος στον εκάστοτε απ' έξω άνθρωπο. Είναι ο ήχος που όλοι ξέρουν καλά αλλά νιώθουν γι' αυτόν αμηχανία και ντροπή. Κάθε φορά που εγώ περιμένω απ' έξω αισθάνομαι τους απο μέσα ανήσυχους, προσπαθούν όλοι να κάνουν ησυχία, να πνίξουν τον ήχο της ανακούφισής τους κι εγώ κατουράω καταρράκτες στα μούτρα τους και στ' αυτιά τους και κρυφοχαμογελάω κάπως γιατί ξέρω πως περιμένουν να ανοίξω την πόρτα σα λυσασμένοι. Θέλουν να δουν το πρόσωπο αυτού που κατουράει με τόση αναίδεια. Συνήθως οι γυναικουλίτσες με κοιτάζουν ενοχλημένες ή αν είναι δυο-δυο όπως συνηθίζουν, μπορεί και να κοροϊδεύουν. Θέλω να τους πω πως είναι πιο ντροπή να βάζουν μια γυαλιστερή μαλακία στα χείλια τους κρυφά στην τουαλέτα επειδή η γυαλιστερή μαλακία έφυγε από το πιπινοποτό με χαμηλές θερμίδες που πίνουν, κι ας μην κάνει θόρυβο. Σκέφτομαι πως αν ήμουν άντρας δεν θα φιλούσα ποτέ γυαλιστερά χείλια. Με αηδίαζαν απο μικρή. Είναι τόσο ψεύτικα. Δεν έχω βάλει ποτέ γυαλιστερή μαλακία στα χείλια μου και τώρα που το σκέφτομαι δεν τα γλείφω κιόλας εκτός από τις ώρες που καταπίνω τον εαυτό σου. Η μοναξιά του φύλου μου καμιά φορά μου παγώνει το αίμα. Εγώ ζητούσα από τον περιπτερά έναν καπνό και κρεμόταν πάνω από το κεφάλι μου ένα ροζ πράμα που έγραφε μταξύ άλλων, απλά τρικ για χείλια ζουμερά ή κάντε τα χείλια σας να φαίνονται μεγαλύτερα, κάπως έτσι τελοσπάντων. Έγραφε κι άλλα, πώς να τον τρελάνετε στο κρεβάτι, διακοπές μόνος του: ΠΟΤΕ. Το πήρα και πήγα στη δουλειά. Μου χτύπησε ο Λάκης τον καφέ γιατί εμένα το χέρι μου περνάει βδομάδα Norgesic και δεν χτυπάει καφέδες κι άσε που η σχιζοφρένειά του Λάκη τον μεταμορφώνει σε φραπεδιέρα επαγγελματικής χρήσης. Κάθισα και άνοιξα το ροζ πράμα που όσο το κουβαλούσα μέχρι τη δουλειά ένιωθα σα να κουβαλάω όπλα ή ναρκωτικά. Διαφημίσεις παντού. Δέρματα χωρίς πόρους παντού. Συμβουλές για το πως να γίνεις τίποτα. Και να, έφτασα στη σελίδα που με ενδιαφέρει. Πάνω απ' όλα και μέσα σε ένα κατακόκκινο SOS γραμμένο με κεφαλαία και θαυμαστικά: Τα γυαλιστερά χείλια δείχνουν μεγαλύτερα. Τεράστια γράμματα, ανακεφαλαίωση ένα πράμα, ακόμα κι αν τα ξεχάσεις όλα αυτό μην το ξεχάσεις ποτέ. Σκέφτομαι τις εκείνες που πηγαίνουν στις τουαλέτες και γυαλίζουν, ξανά και ξανά, σήλερ 2 συστατικών, σουλφασέρ, βελατούρες είναι τα μόνα γυαλιστικά που ξέρω εγώ. Ααα και το ΜΑR στο κόκκινο μπουκάλι για τα μάρμαρα. Τις λυπάμαι, με αηδιάζουν, με κουράζουν, με εμποδίζουν. Νιώθω μόνη μου. Βγαίνω με θλίψη από τις τουαλέτες, και κάθομαι σαν δαρμένη στη γωνία μου. Είμαστε λίγοι και είναι πολλοί. Ναι αγάπη μου, μας εμποδίζουν, όχι όχι δεν μας εμποδίζουν ουσιαστικά το ξέρω. Μερικές φορές όμως είναι πολύ στριμωχτικοί όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Εϊναι παντού. Είναι και λίγο σαν εμάς. Είναι στην τουαλέτα, στο δρόμο, στις συναυλίες, στην εθνική, στη Χαλκίδα και ποτίζουν το δρόμο, ήταν και στη ζωή μας κάποτε αλλά δεν το λέμε γιατί δεν θα ξαναμπούν και δε μετράει. Πάγωσαν τα δάχτυλά μου κι όταν με ζάλιζες να καπνίσω στριφτά δεν μου είπες πως όταν έχει κρύο τα χέρια ξεραίνονται και δεν μπορούν να στρίψουν. Εδώ, το χω να πάρω ένα Gauloises αλλά έχω υποσχεθεί να μην σε προδώσω ποτέ και δεν το κάνω. Είναι απο αυτές τις φορές που το να σταματήσω να γράφω είναι σα να πρέπει να σταματήσω να αναπνέω, κι ευτυχώς που λύσσαξα να καπνίσω ένα τσιγάρο και θα πρέπει να το στρίψω και θα μπει ένα στοπ κι έτσι κι αλλιώς μόλις σχόλασες και πρέπει να τρέξω να σου μαγειρέψω καμαρόες και να ανάψω το άλτις.