quinta-feira

30-trianta- trinta

 

Εδώ θεοσκότεινα από το πρωί,  με τη γνωστή Λισαβονιάρικη υγρασία που όμοιά της κανένα οστό δεν έχει συναντήσει, εδώ που όταν πρωτοήρθα όλα τα οστά μου ήταν σωστά καθόλου σπασμένα, κι ύστερα σμπαραλιάστηκαν, αλλά πάλι αντέχουν γιατί είχα δώσει έναν δικό μου όρκο, κάθε τριάντα του Νοέμβρη θα έρχομαι να καταστρέφω λίγα οστά ακόμα, εσύ κατέστρεψες το συκώτι σου, εγώ αυτό το γλίτωσα ευτυχώς ή όχι ευτυχώς. Ο καθένας καταστρέφει οτι μπορεί. Η βόλτα ξεκινάει πάντα όπως την θέλεις, πάντα από κεί που την ξεκινούσες κι εσύ, είναι η μεγάλη βόλτα της ανησυχίας, η Rua da Alfândega  που αλλάζει όνομα μετά την πλατεία γιατί έτσι, θέλει να είναι μια μικρή οδός μερικών μέτρων κι εγώ την αγάπησα πρώτη απ' όλες. Είμαι μπερδεμένη πάλι Φερνάντο, δεν ξέρω πώς να σε αποκαλέσω σήμερα, δεν ξέρω ποιό όνομα θα διάλεγες για τελευταίο σου, εδώ στη Λισαβόνα εσύ τα ξέρεις όλα, εγώ έρχομαι σαν υπνωτισμένη πάντα και ακολουθώ εσένα. Θα κάνω όλα αυτα τα ετήσια ρουτινιάρικα που κάνω, θα πάω στο Cais do Sodré θα πάω στο Cascais, θα πάω παντού με τα πόδια,  κι εκεί μετά το Algés, θα χτυπάει η καρδιά μου θεόμουρλα γιατί θα ξέρω οτι έρχεται ο Ατλαντικός έρχεται, έρχεται. Θα καπνίσω πορτογαλικά τσιγάρα να κάνω λαιμό σκατά, θα τρώω pasteis de bacalhau  από τις οκτώ το πρωί με τον καφέ. Οι αεροπορικές γαμιούνται πια, αναπολώ τις παλιές απευθείας πτήσεις με την  TAP που έφταναν πάντα τη σωστή ώρα. Τώρα πια όλα γαμιούνται κι η πτήση φτάνει μια ηλίθια ώρα που δε βολεύει κι αυτά τα βαρετά χιλιόμετα από το αεροδρόμιο δεν τελειώνουν, άντε άντε, ξέρετε να έχω υπομονή;  Μεγάλωσα Φερναντο, έχω μαζί μου πια κάτι να καλύπτει τον λαιμό μου και τους ώμους μου, με πειράζει η υγρασία πιο πολύ από παλιά, μα δεν ξέρεις τα καινούργια νέα! Θυμάσαι τα σίδερα στο πόδι μου που ξυπνούσαν όλη την πόλη όταν κατέβαινα από τη Graça; Εε λοιπόν αυτά τα σίδερα θα βγούν και μάλλον την επόμενη φορά που θα έρθω θα γίνω αθόρυβη, ούτε σκουριά ούτε τίποτα, ούτε βίδες ουτε κατσαβίδια. Σε φτάνω σε λίγο Φερνάντο, θα είμαι κι εγώ 47 χρονών και θα έρχομαι και θα έρχομαι όσο με βαστάνε τα ρημάδια και δεν θ' αλλάξω ούτε τόσο δα τη διαδρομή, θα 'ρχομαι να αλωνίζω την πόλη σου, όπως αλωνίζω τώρα. Ο καιρός λέει σε λίγο θα έχει καταιγίδες, δεν ξέρω τίποτα πιο ταιριαστό από καταιγίδες στον Ατλαντικό. Θα πάρω κάστανα και θα καθίσω πάνω στον βράχο που λέει το όνομά μου και θα κοιτάω και θα κοιτάω και θα παγώνω και με κάθε κύμα θα σπάει κι ένα οστό μου, σπάστα μου όλα, γι' αυτό υπάρχεις Λισαβόνα, γι' αυτό έρχομαι. Πήγε ο βλάκας και πέθανε 47 χρονών, εγώ θα σταθώ μπροστά στο κουτί με τα οστά του και θα γυρίσω πίσω στην  Alfama κλαίγοντας πάλι λες κι έχασα δικό μου άνθρωπο, θα γυρίσω με πιο πολλές ενοχές από άλλες φορές, θα προσπαθώ να του εξηγήσω τη σχέση μου με τον Κάφκα για να μη ζηλεύει, θα κοιμηθώ για να ξυπνήσω Δεκέμβρη και να αλωνίσω λίγο ακόμα, όσο με παίρνει, όσο μου επιτρέπουν τα οστά, όσο μου επιτρέπουν οι ηλίθιες πτήσεις με τις ηλίθιες ανταποκρίσεις τους που δεν ανταποκρίνονται ποτέ. Φερνάντο σε συνάντησα και φέτος, και σε όλη τη διαδρομή με τον Σούμπερτ μάλλον φρίκαρες αλλά δεν ήξερα τί άλλο ταιριάζει. Επιστρέφοντας, στάθηκα στην οδό 1ης Μαΐου, σήκωσα το κεφάλι με φόβο να δω τη γέφυρα 25 Απριλίου, κάτι γαρύφαλλα πετούσαν πάνω από το κεφάλι μου. Μόνο οι Πορτογάλοι θα ονόμαζαν τον δρόμο κάτω από την 25η Απριλίου, 1η Μαΐου, πώς να μην τους αγαπώ για πάντα. Τα πόδια μου κάηκαν, τα οστά μου σκούριασαν, πρέπει να επιστρέψω σπίτι. Θα ψεκαστώ με  WD-40 που υποτίθεται είναι το καλύτερο για τις σκουριές και τα τριξίματα και την επόμενη φορά, είπα.. Αθόρυβα, αθόρυβη.